Οι δυσκολίες στην εξίσωση της πορείας της παγκόσμιας οικονομίας
Οι οικονομικοί αναλυτές σήμερα, αμφιταλαντεύονται για τον βαθμό υποχώρησης της ανάπτυξης των οικονομιών παγκοσμίως και ανησυχούν για περαιτέρω επιδείνωση των συνθηκών που ενδεχομένως θα οδηγήσουν το παγκόσμιο Α.Ε.Π σε ύφεση κατά το επόμενο έτος.
Ο λόγος είναι η συνεχιζόμενη έλλειψη κατεύθυνσης αναφορικά με τη διαδρομή που θα ακολουθήσει ο πληθωρισμός και ο βαθμός συρρίκνωσης που απαιτείται ώστε να επιτευχθεί ο βιώσιμος και υγιής στόχος των Κεντρικών Τραπεζών. Οι αγορές αναμένουν επερχόμενες σημαντικές αυξήσεις επιτοκίων από τις Κεντρικές Τράπεζες, ενώ οι κυβερνήσεις προσπαθούν να εξομαλύνουν την πίεση που το αυξημένο κόστος ενέργειας δημιουργεί στα νοικοκυριά. Η ελάφρυνση αυτή γίνεται είτε άμεσα μέσω ενεργειακών επιδοτήσεων είτε έμμεσα μέσω ελαφρύνσεων στη φορολογία των εισοδημάτων. Εντούτοις, η αύξηση των επιτοκίων φέρει πολλαπλά κτυπήματα στην οικονομία, καθώς τόσο η αγορά κατοικίας πιέζεται όσο και το κόστος αναχρηματοδότησης του εταιρικού, αλλά και του κρατικού χρέους αυξάνεται. Το γεγονός ότι η αγορά εργασίας παραμένει δυνατή, δημιουργεί μικτά συναισθήματα, καθώς από τη μία τα εισοδήματα παραμένουν ισχυρά, αλλά από την άλλη οι πιέσεις στις τιμές συντηρούνται μη αφήνοντας τον πληθωρισμό να υποχωρήσει αισθητά. Το μίγμα λοιπόν πραγματικής οικονομίας και πολιτικών, μάς οδηγεί σήμερα σε εγρήγορση και φυσικά σε αμυντική στάση έναντι των αγορών παρότι οι τελευταίες έχουν υποστεί σημαντικές απώλειες από την αρχή του έτους (τόσο οι ομολογιακές όσο και οι μετοχικές).
Αξίζει να σημειώσουμε ότι το πρόβλημα του πληθωρισμού δεν οφείλεται σε έναν και μόνο παράγοντα και αυτό ακριβώς το στοιχείο δυσχεραίνει τις προβλέψεις. Ο εκτροχιασμός των οικονομιών παγκοσμίως δημιουργείται τόσο από πρωτογενείς παράγοντες, που πιέζουν τις τιμές καταναλωτή (ενίσχυση αγοράς εργασίας, μισθολογικές αυξήσεις, αύξηση της κατανάλωσης) όσο και από την αύξηση των τιμών στις πρώτες ύλες λόγω του πολέμου στην Ουκρανία και των περιορισμών που τέθηκαν στη Ρωσία αλλά και από τα προβλήματα στις αλυσίδες καναλιών διανομής λόγω του Covid-19 και του κλεισίματος πολυάριθμων εργοστασίων στην Κίνα.
Με αυτά τα δεδομένα το κυρίαρχο ερώτημα είναι, κατά πόσο οι αγορές ήδη προεξοφλούν: τις πιέσεις που δέχεται και θα δεχτεί η οικονομία, την πίεση στα περιθώρια κέρδους των εταιριών, την αύξηση του κόστους δανεισμού, τον περιορισμό της αγοράς κατοικίας, το ενεργειακό πρόβλημα που επηρεάζει ακόμη και τις οικονομίες που χαρακτηρίζονται αυτάρκεις με παράλληλη διεύρυνση των κρατικών προϋπολογισμών μέσα από τα δημοσιονομικά εργαλεία στήριξης των εισοδημάτων.
Οδηγούμαστε λοιπόν σε μια ελαφριά συρρίκνωση ή σε μια βαθύτερη ύφεση με περισσότερες επιπτώσεις στις αγορές; Κατά τη γνώμη μου, σήμερα υπάρχουν αρκετοί παράγοντες κινδύνου που οδηγούν στην άποψη ότι οι επενδυτές θα πρέπει να είναι επιφυλακτικοί. Ο πρώτος παράγοντας έχει να κάνει με κινδύνους, με χαμηλή πιθανότητα να εμφανιστούν και άλλους με υψηλότερη πιθανότητα. Αναφορικά με το πρώτο, ένας τέτοιος κίνδυνος είναι ο γεωπολιτικός και αναφέρομαι στην επιδείνωση των συνθηκών εξαιτίας του πολέμου με την Ουκρανία. Οι υψηλές όμως πιθανότητες μιας αρνητικής έκβασης για τις οικονομίες χωρίζονται σε δύο σκέλη: α) αδυναμία στην τιθάσευση του πληθωρισμού λόγω της αυξημένης καταναλωτικής δύναμης σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα που θα οδηγήσει σε αύξηση των επιτοκίων σε επίπεδα που σήμερα η αγορά δεν έχει τοποθετημένα στην εξίσωση και β) εμφάνιση κάποιας συστημικής κρίσης από κλάδους της οικονομίας που “υπερθερμάνθηκαν” κατά τη διάρκεια των προγραμμάτων στήριξης των προηγούμενων ετών.
Το να προβλέψει κανείς την πορεία των αγορών και των οικονομιών δεν ήταν ποτέ εύκολο και οι σημερινές συνθήκες επιτείνουν τη δυσκολία αυτή. Η άποψή μας είναι ότι οι επενδυτές θα πρέπει να διατηρούν μια ισορροπημένη προσέγγιση στις επενδύσεις, διατηρώντας υψηλά επίπεδα μετρητών και κατέχοντας θέσεις κυρίως σε εταιρίες αξίας με υγιή θεμελιώδη μεγέθη και προοπτικές ανάπτυξης. Οι επενδύσεις σε τίτλους σταθερού εισοδήματος θα πρέπει να εστιάζουν σε κοντινότερες λήξεις με υψηλά κουπόνια καθώς και σε κρατικούς τίτλους που εξασφαλίζουν μια αμυντικότερη προσέγγιση.
* Ο Ιωάννης Μαρκάκης είναι Director Euroxx Wealth Management